Ο νόμος 4212/2013 (ΦΕΚ Α/257/2013) ενσωμάτωσε στο ελληνικό δίκαιο την Οδηγία 2012/28 2012 (στο εξής Οδηγία) σχετικά με ορισμένες επιτρεπόμενες χρήσεις ορφανών έργων και τροποποίησε τον σχετικό νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων (νέο α. 27Α ν. 2121/1993).

Σκοπός της Οδηγίας είναι να διευκολύνει τις βιβλιοθήκες, τα αρχεία, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα ιδρύματα κινηματογραφικής ή ακουστικής κληρονομιάς και τους δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς (φορείς χρήσης ορφανών έργων) να ψηφιοποιήσουν και να διαθέσουν στο κοινό ορφανά έργα, τα οποία περιλαμβάνονται στις συλλογές τους, εφόσον προηγουμένως διενεργήσουν μια καλόπιστη επιμελή αναζήτηση σε συγκεκριμένες πηγές.

Τα ορφανά έργα είναι έργα, τα οποία προστατεύονται με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή/και συγγενικά δικαιώματα και των οποίων οι δικαιούχοι (π.χ. δημιουργοί ή οι κληρονόμοι τους, εκδότες, παραγωγοί οπτικοακουστικών έργων, δισκογραφικές εταιρείες, ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί, κ.λπ.) δεν έχουν ταυτοποιηθεί ή ακόμα και αν έχουν ταυτοποιηθεί (δηλ. γνωρίζουμε ποιοι είναι), δεν έχουν εντοπιστεί (δηλ. δεν μπορούμε να τους βρούμε) παρά τη διενέργεια καλόπιστης επιμελούς αναζήτησης από τους φορείς χρήσης ορφανών έργων (για την έννοια της ‘καλόπιστης επιμελούς αναζήτησης’ βλέπε παρακάτω).

α) Έργα που δημοσιεύθηκαν με τη μορφή βιβλίων, επιστημονικών περιοδικών, εφημερίδων, περιοδικών ή άλλων γραπτών κειμένων, τα οποία περιλαμβάνονται στις συλλογές των φορέων χρήσης ορφανών έργων.

β) Κινηματογραφικά ή οπτικοακουστικά έργα και φωνογραφήματα που περιλαμβάνονται στις συλλογές προσιτών στο κοινό βιβλιοθηκών, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ή μουσείων, καθώς και στις συλλογές αρχείων ή ιδρυμάτων κινηματογραφικής και ακουστικής κληρονομιάς.

γ) Κινηματογραφικά ή οπτικοακουστικά έργα και φωνογραφήματα που παράχθηκαν από δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς μέχρι τις 31.12.2002 και περιλαμβάνονται στα αρχεία τους.

δ) Έργα ή άλλα προστατευόμενα αντικείμενα που έχουν ενσωματωθεί ή συμπεριληφθεί ή συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα των παραπάνω έργων ή φωνογραφημάτων.

Τα παραπάνω έργα προστατεύονται με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή/και συγγενικό δικαίωμα και έχουν δημοσιευθεί ή μεταδοθεί για πρώτη φορά σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Αν τα έργα αυτά δεν έχουν δημοσιευθεί ή μεταδοθεί, μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους φορείς χρήσης ορφανών έργων μόνο εφόσον:

α) έχουν διατεθεί ήδη στο κοινό από οποιονδήποτε από τους φορείς χρήσης ορφανών έργων (έστω με τη μορφή δανεισμού) με τη συναίνεση των δικαιούχων και

β) μπορεί βάσιμα να υποτεθεί ότι οι δικαιούχοι δεν θα είχαν αντίρρηση στις επιτρεπόμενες χρήσεις τους.

α. Προσιτές στο κοινό βιβλιοθήκες,

β. Εκπαιδευτικά ιδρύματα,

γ. Μουσεία,

δ. Αρχεία,

ε. Ιδρύματα κινηματογραφικής ή ακουστικής κληρονομιάς

στ. Δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί

Από τη στιγμή που ένα έργο θεωρείται ορφανό, οι φορείς χρήσης ορφανών έργων μπορούν:

α) να το αναπαράγουν για σκοπούς ψηφιοποίησης, διάθεσης στο κοινό, ευρετηρίασης, καταλογογράφησης, συντήρησης ή αποκατάστασης ή/και

β) να το θέσουν στη διάθεση του κοινού.

Οι παραπάνω χρήσεις πρέπει να εντάσσονται στους σκοπούς δημοσίου συμφέροντος των φορέων χρήσης ορφανών έργων με την έννοια ότι αποσκοπούν στη συντήρηση, στην αποκατάσταση και στην παροχή πολιτιστικής και εκπαιδευτικής πρόσβασης στα έργα και στα φωνογραφήματα που βρίσκονται στις συλλογές τους. Οι φορείς χρήσης ορφανών έργων μπορούν να παράγουν έσοδα στο πλαίσιο των επιτρεπόμενων χρήσεων με αποκλειστικό σκοπό όμως να καλύπτουν τις δαπάνες τους για την ψηφιοποίηση και τη διάθεση στο κοινό ορφανών έργων. Η χρήση ορφανών έργων γίνεται με την αναφορά του ονόματος των τυχόν ταυτοποιημένων δημιουργών και άλλων δικαιούχων, οι οποίοι, αν και τους γνωρίζει ο φορέας χρήσης ορφανών έργων, δεν κατέστη εφικτός ο εντοπισμός τους. Επίσης, τα ορφανά έργα πρέπει να φέρουν και την εξής επισήμανση: «Ορφανό έργο: […] [αριθμός καταχώρισης στην Ενιαία Ηλεκτρονική Βάση Δεδομένων του Γραφείου Εναρμόνισης της Εσωτερικής Αγοράς]».

Πριν από τη χρήση ενός έργου ή φωνογραφήματος -και προκειμένου να χαρακτηριστεί αυτό ως ορφανό- θα πρέπει οι φορείς χρήσης ορφανών έργων να διεξάγουν καλόπιστη επιμελή αναζήτηση υποχρεωτικά σε όλες τις πηγές που αφορούν στην κατηγορία τού υπό αναζήτηση έργου.

Ο κατάλογος των πηγών αυτών έχει διαμορφωθεί από τον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ) μετά από διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους φορείς και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην Οδηγία.

Τον κατάλογο πηγών μπορείτε να βρείτε εδώ.

Σε περίπτωση που είναι γνωστός ο δικαιούχος (ή κάποιος εκ των δικαιούχων) του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή/και συγγενικών δικαιωμάτων επί του έργου αλλά δεν μπορεί να εντοπιστεί, πρέπει να πραγματοποιείται αναζήτηση στα κατά τόπους δημοτολόγια της χώρας ανάλογα με τον τόπο γέννησης ή κατοικίας του.

Η επιμελής αναζήτηση διενεργείται από τους φορείς χρήσης ορφανών έργων ή από τρίτους κατ’ εντολή αυτών των φορέων, στο κράτος-μέλος της πρώτης δημοσίευσης –ή ελλείψει δημοσίευσης– της πρώτης μετάδοσης των εν λόγω έργων. Για τα κινηματογραφικά ή οπτικοακουστικά έργα, ο παραγωγός των οποίων έχει την έδρα ή τη συνήθη διαμονή του σε ένα κράτος-μέλος της ΕE, η επιμελής αναζήτηση διενεργείται στο κράτος - μέλος της έδρας ή της συνήθους διαμονής του.

Αν τα έργα δεν έχουν δημοσιευθεί ή μεταδοθεί για πρώτη φορά σε κράτος-μέλος της EE, η επιμελής αναζήτηση διεξάγεται στο κράτος-μέλος, στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο φορέας χρήσης ορφανών έργων που έχει διαθέσει στο κοινό τα έργα.

Όταν υπάρχουν στοιχεία που υποδεικνύουν ότι πρέπει να γίνει έρευνα σε πηγές άλλων χωρών, θα πρέπει να διεξάγεται η σχετική έρευνα και σε αυτές.

Οι φορείς χρήσης ορφανών έργων που διενεργούν την επιμελή αναζήτηση τηρούν μητρώο της αναζήτησης καθ’ όλη τη διάρκεια της χρήσης του ορφανού έργου και για επτά (7) έτη μετά την παύση της.

Διενέργεια επιμελούς αναζήτησης δεν απαιτείται για έργα, τα οποία ήδη βρίσκονται καταχωρισμένα στην Ενιαία Ηλεκτρονική Βάση Δεδομένων του Γραφείου Εναρμόνισης της Εσωτερικής Αγοράς (OHIM) (Βάση Δεδομένων για Ορφανά Έργα). Και αυτό γιατί ένα έργο ή φωνογράφημα θεωρείται αυτομάτως ορφανό για όλα τα κράτη της ΕΕ, αρκεί να έχει χαρακτηριστεί ως ορφανό σε ένα από αυτά και να έχει γίνει η σχετική καταχώριση στην ως άνω βάση δεδομένων.

Σε κάθε περίπτωση, εάν αποδειχθεί ότι λόγω πλημμελούς και κακόπιστης αναζήτησης ένα έργο αναγνωρίστηκε εσφαλμένα ως ορφανό, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 63Α έως και 66Δ ν. 2121/1993.

Οι φορείς χρήσης ορφανών έργων εγγράφονται στη Βάση Δεδομένων για Ορφανά Έργα ως επωφελούμενοι οργανισμοί (beneficiary organization), υποβάλλοντας σχετικό αίτημα σε αυτήν και κατόπιν σχετικής επιβεβαίωσης τού ΟΠΙ, που αποτελεί την αρμόδια εθνική αρχή για την Ελλάδα. Στη συνέχεια, μετά την ολοκλήρωση της εγγραφής τους οι φορείς χρήσης ορφανών έργων μπορούν να πραγματοποιούν στην ίδια Βάση Δεδομένων αίτηση καταχώρισης των έργων, τα οποία έχουν χαρακτηρίσει ως ορφανά μετά τη διενέργεια καλόπιστης επιμελούς αναζήτησης, ακολουθώντας τις οδηγίες της Βάσης Δεδομένων και συμπληρώνοντας τα απαραίτητα πεδία. Τέλος, ο ΟΠΙ προωθεί την αίτηση καταχώρισης των φορέων χρήσης ορφανών έργων στη Βάση Δεδομένων για Ορφανά Έργα.

Αν ένα έργο ή ένα φωνογράφημα έχει περισσότερους από έναν δικαιούχους και δεν έχουν όλοι ταυτοποιηθεί ή, ακόμα και αν έχουν ταυτοποιηθεί, δεν έχουν όλοι εντοπιστεί μετά τη διενέργεια και την καταγραφή επιμελούς αναζήτησης, το έργο ή το φωνογράφημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί υπό την προϋπόθεση ότι οι κάτοχοι των δικαιωμάτων που έχουν ταυτοποιηθεί και εντοπιστεί έχουν, όσον αφορά στα δικαιώματα που κατέχουν, αδειοδοτήσει τους φορείς χρήσης ορφανών έργων να προβούν στις επιτρεπόμενες χρήσεις σε σχέση με τα δικαιώματά τους.

Αν εμφανιστεί δικαιούχος έργου ή φωνογραφήματος ή άλλου προστατευόμενου αντικειμένου που έχει καταχωριστεί ως ορφανό, δικαιούται να θέσει τέλος στο καθεστώς του έργου ως ορφανού αναφορικά με τα δικαιώματά του και να ζητήσει τη διακοπή της χρήσης του έργου από τον φορέα χρήσης ορφανών έργων, καθώς και την καταβολή αποζημίωσης για τη χρήση του έργου του που έχει πραγματοποιήσει ο φορέας. Η λήξη του καθεστώτος ενός έργου ως ορφανού συνιστά ευθύνη του φορέα χρήσης ορφανών έργων που το χρησιμοποιεί. Ο φορέας χρήσης ορφανών έργων κρίνει εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών, υπολογιζόμενων από την επομένη της κατάθεσης της αίτησης του εμφανιζόμενου ως δικαιούχου, αν η αίτηση και τα προσκομισθέντα από αυτόν στοιχεία επαρκούν για να θεμελιώσουν δικαίωμά του επί του συγκεκριμένου ορφανού έργου και είτε προβαίνει στον χαρακτηρισμό του ως «μη ορφανού» είτε απορρίπτει την αίτηση. Αν ο φορέας χρήσης ορφανών έργων, δεν αποφανθεί επί της αίτησης εντός τής ως άνω προθεσμίας ή αν παρόλο που έχει κάνει δεκτή την αίτηση, συνεχίζει να χρησιμοποιεί το έργο, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 63Α έως και 66Δ ν. 2121/1993.

Όταν ένα έργο καθίσταται «μη ορφανό» σύμφωνα με τη Βάση Δεδομένων για Ορφανά Έργα, ο φορέας χρήσης ορφανών έργων υποχρεούται σε διακοπή της χρήσης του εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της σχετικής ειδοποίησης από τη ως άνω Βάση Δεδομένων.

Η αποζημίωση ανέρχεται στο ήμισυ της αμοιβής που συνήθως ή κατά τον νόμο καταβάλλεται για το είδος της χρήσης που πραγματοποίησε ο φορέας χρήσης ορφανών έργων και αποδίδεται στον δικαιούχο εντός δύο (2) μηνών από τη λήξη του καθεστώτος του έργου ως ορφανού. Αν δεν συμφωνήσουν τα μέρη, οι όροι, η προθεσμία και το ύψος της αποζημίωσης καθορίζονται από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Η αποζημίωση ανέρχεται στο ήμισυ της αμοιβής που συνήθως ή κατά τον νόμο καταβάλλεται για το είδος της χρήσης που πραγματοποίησε ο φορέας χρήσης ορφανών έργων και αποδίδεται στον δικαιούχο εντός δύο (2) μηνών από τη λήξη του καθεστώτος του έργου ως ορφανού. Αν δεν συμφωνήσουν τα μέρη, οι όροι, η προθεσμία και το ύψος της αποζημίωσης καθορίζονται από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.